Η Δρ. Ιωάννα Γαλανού είναι από τις πρώτες χειρουργούς μαστού στην Ελλάδα που εξειδικεύτηκε στη ρομποτική χειρουργική μαστού και είναι κάτοχος πιστοποίησης στη ρομποτική χειρουργική. Η ρομποτική μαστεκτομή θεωρείται ελάχιστα επεμβατική χειρουργική και πρόκειται για την πιο σύγχρονη, καινοτόμο και state-of-the-art τεχνική χειρουργικής μαστού, προσφέροντας αυξημένη ακρίβεια, λιγότερη απώλεια αίματος και ταχύτερη ανάρρωση για τις ασθενείς.
Με την τεχνική αυτή, οι χειρουργοί μαστού, με τις κινήσεις του καρπού που πραγματοποιούνται από τη χειρουργική κονσόλα, πετυχαίνουν τη μέγιστη ακρίβεια στις κινήσεις του ρομπότ. Το ρομπότ δεν δρα αυτόνομα αλλά ο χειρουργός από την κονσόλα χειρίζεται τα εργαλεία. Το μεγάλο πλεονέκτημα είναι η μέγιστη μεγέθυνση του χειρουργικού πεδίου μέσα από μία μικροσκοπική τομή που δεν μπορούμε να έχουμε αντίστοιχα στο ανοιχτό χειρουργείο υποδόριας μαστεκτομής με μικρή τομή. Σε μικρού και μεσαίου μεγέθους μαστούς, η μαστεκτομή μπορεί να γίνει ρομποτικά, ρομποτική μαστεκτομή με χρήση του Ρομπότ Da Vinci εκτελώντας πολύπλοκες επεμβάσεις με ελάχιστα επεμβατικό τρόπο. Επίσης, η μαστεκτομή μπορεί να γίνει και ενδοσκοπικά. Και στις δύο περιπτώσεις, η γυναίκα δεν έχει ουλές πάνω στο μαστό, γίνεται άμεση αποκατάσταση με ενθέματα στο ίδιο χειρουργείο ταυτόχρονα και διατηρείται η θηλή, εφόσον είναι αρνητική η ταχεία βιοψία οπισθοθηλαία για κακοήθεια.
Η ρομποτική μαστεκτομή – η χειρουργική αφαίρεση του μαστού – παρέχει τη δυνατότητα διατήρησης του συμπλέγματος θηλής-θηλαίας άλω, του δέρματος και του υποδόριου κρημνού που περιέχει τα επιφανειακά αιμοφόρα αγγεία, των υγιών ιστών και της ελαχιστοποίησης της χειρουργικής ουλής. Η ουλή είναι 3 εκατοστών και γίνεται στην προέκταση της μασχαλιαίας περιοχής, μακριά από το μαστό.
Η χρήση του ρομπότ κατά τη διάρκεια αυτών των επεμβάσεων διευκολύνει τη σωστή αφαίρεση περιοχών μακριά από την τομή του δέρματος, ώστε να καταστεί δυνατή η αυξημένη χειρουργική ακρίβεια, με καλύτερη απεικόνιση των ανατομικών δομών και τη διατήρηση υγιών ιστών.
Οι ενδείξεις για ρομποτική μαστεκτομή είναι:
Αυτή η τεχνική επιτρέπει να έχουμε πολύ θετικό αντίκτυπο στο αισθητικό αποτέλεσμα και στη μετεγχειρητική ποιότητα ζωής.
Ο στόχος της ελάχιστα επεμβατικής ρομποτικής χειρουργικής μαστού είναι να επιτύχει ανώτερα τεχνικά και αισθητικά αποτελέσματα σε σύγκριση με την κλασική χειρουργική, διατηρώντας παράλληλα τις ίδιες ογκολογικές αρχές με την τυπική μαστεκτομή.
Τα μεγάλα πλεονεκτήματα της ρομποτικής μαστεκτομής είναι:
Στόχος μελετών είναι η σύγκριση της ρομποτικής μαστεκτομής με τα αποτελέσματα της ανοικτής κλασικής τεχνικής σε ασθενείς με καρκίνο του μαστού.
Συνοπτικά δεδομένα: Καθώς η χρήση της ρομποτικής μαστεκτομής συνεχίζει να αυξάνεται σε παγκόσμια επίπεδα, η καλύτερη κατανόηση των χειρουργικών, ογκολογικών και ποιοτικών αποτελεσμάτων ζωής είναι επιτακτική ανάγκη για την κατάλληλη επιλογή ασθενών καθώς και για την καλύτερη κατανόηση των ενδείξεων, των ορίων και των πλεονεκτημάτων αυτής.
Μεθόδους: Στη μελέτη συμμετείχαν γυναίκες με καρκίνο του μαστού ή με μετάλλαξη BRCA, συγκρίνοντας το αποτέλεσμα της ρομποτικής και της ανοικτής μαστεκτομής με διατήρηση της θηλής. Τα κύρια αποτελέσματα ήταν χειρουργικές επιπλοκές και ποιότητα ζωής χρησιμοποιώντας συγκεκριμένα επικυρωμένα ερωτηματολόγια. Ο δευτερεύων στόχος περιλάμβανε τα ογκολογικά αποτελέσματα.
Αποτελέσματα: Η ρομποτική διαδικασία ήταν 1 ώρα και 18 λεπτά μεγαλύτερη από την ανοικτή. Δεν παρατηρήθηκαν διαφορές στον αριθμό ή τον τύπο των επιπλοκών (P = 0,11). Οι βαθμολογίες Breast-Q στην ικανοποίηση από το στήθος, την ψυχοκοινωνική, σωματική και σεξουαλική ευεξία ήταν σημαντικά υψηλότερες μετά από ρομποτική μαστεκτομή έναντι ανοικτής διαδικασίας. Οι τομείς της αρχικής μελέτης, της σωματικής και της σεξουαλικής ευεξίας παρέμειναν σταθεροί μετά τη ρομποτική μαστεκτομή, ενώ μειώθηκαν σημαντικά μετά την ανοικτή επέμβαση (P < 0,02). Η συνολική βαθμολογία του ερωτηματολογίου Body Image Scale ήταν 20,7 ± 13,8 έναντι 9,9 ± 5,1 στις ρομποτικές έναντι ανοικτών ομάδων αντίστοιχα, P < 0,0001. Στη διάμεση παρακολούθηση 28,6 μήνες (εύρος 3,7-43,3), οι δύο τεχνικές είχαν ίδια ογκολογικά αποτελέσματα.
Συμπεράσματα: Οι επιπλοκές ήταν παρόμοιες μεταξύ των 2 τεχνικών χειρουργικής. Η ποιότητα ζωής διατηρήθηκε μετά από ρομποτική μαστεκτομή ενώ μειώθηκε σημαντικά μετά από ανοικτή χειρουργική επέμβαση.
Mία ρομποτική προσέγγιση στην υποδόρια μαστεκτομή Nipple Sparing Mastectomy NSM (R-NSM) μπορεί να έχει δυνητικά οφέλη για τους χειρουργούς και τους βοηθούς τους, καθώς και για τους ασθενείς. Η ανοιχτή NSM μπορεί να είναι τεχνικά δύσκολη, γιατί με δυσκολία μπορούμε να πετύχουμε μία βέλτιστη απεικόνιση του χειρουργικού πεδίου με μικρή τομή ελέγχοντας με ακρίβεια όλο το παρέγχυμα του μαστού. Η κακή εργονομία της ανοιχτής τεχνικής υποδόριας μαστεκτομής NSM έχει συνδεθεί με αυξημένο πόνο στον αυχένα και τη μέση για τον χειρουργό καθώς και υψηλότερα ποσοστά ψυχικής καταπόνησης και κόπωσης. Το σύστημα εμφύσησης διοξειδίου του άνθρακα CO2 του μαστού κατά τη διάρκεια της ρομποτικής μαστεκτομής R-NSM δημιουργεί ένα φουσκωμένο χώρο εργασίας πάνω από το παρέγχυμα του μαστού, το οποίο βελτιώνει στο μέγιστο την απεικόνιση του μαστού διακρίνοντας με μεγαλύτερη ακρίβεια τα ανατομικά στοιχεία του μαστού σε σύγκριση με το ανοιχτό χειρουργείο. Η 3D ρομποτική κάμερα υψηλής ευκρίνειας που χρησιμοποιείται στη R-NSM παρέχει βελτιωμένη οπτική, δεδομένου ότι ο φωτισμός και η μεγέθυνση του χειρουργικού πεδίου εμφανίζονται στην κονσόλα. Η βελτιωμένη εργονομία και το καλύτερο οπτικό πεδίο που αποκτήθηκε από τη R-NSM θα μπορούσε να βελτιώσει ορισμένες από τις προκλήσεις που αντιμετωπίζει το ανοιχτό χειρουργείο μαστεκτομής.
Η Δρ. Ιωάννα Γαλανού, Χειρουργός Μαστού – Μαστολόγος εξειδικεύτηκε στη ρομποτική μαστεκτομή γιατί θέλει να είναι πάντα πρωτοπόρος στις πιο σύγχρονες τεχνικές χειρουργικής μαστού, προσφέροντας εξατομικευμένες λύσεις ανάλογα με τις ανάγκες και τις επιθυμίες της κάθε ασθενούς. Η επιλογή της πιο καινοτόμου τεχνικής χειρουργικής μαστού μειώνει το άγχος που συχνά συνοδεύει τη διάγνωση, χαρίζοντας στις ασθενείς το καλύτερο ογκολογικό και αισθητικό αποτέλεσμα με άμεση επιστροφή στην καθημερινότητά τους. Η ασθενής πρέπει να αντιμετωπίζεται ως άνθρωπος με συναισθήματα και ανάγκες και όχι απλώς ως περιστατικό, προτείνοντας την καλύτερη λύση για τη δική της περίπτωση.